- δικαστάν
- δικαστά̱ν , δικαστήςa judgemasc acc sg (epic doric aeolic)δικαστήςa judgemasc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κλαρωτάς — κλαρωτάς, ὁ (Α) (δωρ. τ. τού κληρωτής* («κλαρωτὰς δικαστᾱν», επιγρ.) … Dictionary of Greek